PLEASE WAIT, LOADING

Άρθρα

Μείνετε ενήμεροι με τα τελευταία άρθρα και ενημερώσεις από το ιατρείο μας. Εδώ θα βρείτε πληροφορίες, συμβουλές και ενδιαφέρουσες αναλύσεις που αφορούν την ενδοκρινολογία, τον διαβήτη και την γενικότερη υγεία.
458520331_122166977024089397_6829943886364817780_n.jpg

Πιστός στις αρχές της συνεχούς εκπαίδευσης και επιμόρφωσης ο Ιατρός Στέφανος Δ. Τόγιας συμμετείχε στο 46ο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Θυρεοειδούς (ETA 2024), το οποίο πραγματοποιήθηκε από τις 7 έως τις 10 Σεπτεμβρίου 2024 στον εμβληματικό χώρο του Ωδείου Αθηνών.

Το συνέδριο αυτό αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους θεσμούς στον τομέα της Ενδοκρινολογίας, συγκεντρώνοντας κορυφαίους επιστήμονες και επαγγελματίες υγείας από όλη την Ευρώπη και τον κόσμο. Η φιλοξενία του Συνεδρίου αυτού στη χώρα μας κατέστησε την Αθήνα το κέντρο της Ευρωπαϊκής Θυρεοειδολογίας για το 2024.

Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, παρουσιάστηκαν οι τελευταίες εξελίξεις στη διάγνωση και θεραπεία των παθήσεων του θυρεοειδούς αδένα, ενώ υπήρξε η ευκαιρία για ανταλλαγή απόψεων με διακεκριμένους ειδικούς. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσίασαν οι νέες θεραπευτικές προσεγγίσεις για παθήσεις όπως ο καρκίνος του θυρεοειδούς, καθώς και οι νέες κατευθυντήριες οδηγίες για τη διαχείριση των ασθενών.

459056122 122167408940089397 1619461079385172403 n

Η συμμετοχή μας στο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Θυρεοειδούς ενισχύει τη δέσμευσή μας για συνεχή επιμόρφωση και προσφορά της καλύτερης δυνατής φροντίδας στους ασθενείς μας, με βάση τις τελευταίες επιστημονικές γνώσεις και πρακτικές.

Ευχαριστούμε όλους τους διοργανωτές του συνεδρίου για την άψογη διοργάνωση και ανυπομονούμε για την επόμενη συνάντηση.


thyroid3.jpg

Ίσως αισθάνεστε εξαντλημένοι. Ίσως έχετε επίσης πρόβλημα με την απώλεια βάρους. Θα μπορούσε να είναι η θυρεοειδίτιδα Hashimoto;

Αυτή η κοινή αυτοάνοση διαταραχή του θυρεοειδούς συμβαίνει όταν το ανοσοποιητικό μας σύστημα (το οποίο καταπολεμά τους ιούς και τα βακτήρια), επιτίθεται λανθασμένα σε ένα μέρος του σώματός μας, τον θυρεοειδή αδένα και συχνά μπορεί να προκαλέσει χαμηλά επίπεδα θυρεοειδικών ορμονών (υποθυρεοειδισμός). Ο υποθυρεοειδισμός επηρεάζει έναν σημαντικό αριθμό ασθενών και η θυρεοειδίτιδα Hashimoto αποτελεί την κυριότερη αιτία του στις ανεπτυγμένες χώρες. Ενώ τα συμπτώματα μπορεί να είναι ανεπαίσθητα, η μη θεραπευόμενη θυρεοειδίτιδα Hashimoto μπορεί να προκαλέσει μακροπρόθεσμα προβλήματα που σχετίζονται με την καρδιά, τη μνήμη, τη γονιμότητα κ.α.

Τι συμβαίνει όταν έχετε θυρεοειδίτιδα Hashimoto;

Ο θυρεοειδής είναι ένας αδένας σε σχήμα πεταλούδας στο λαιμό και είναι απαραίτητος για τη ρύθμιση λειτουργιών όπως ο μεταβολισμός, η πέψη, η καρδιακή συχνότητα, η αναπνευστική και η μυϊκή λειτουργία. Στα παιδιά οι θυρεοειδικές ορμόνες είναι επίσης απαραίτητες για τη φυσιολογική αύξηση και ανάπτυξη.

Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto, που πήρε το όνομά της από τον Ιάπωνα γιατρό που την ανακάλυψε το 1912, είναι επίσης γνωστή ως χρόνια λεμφοκυτταρική θυρεοειδίτιδα. Η νόσος μπορεί να προκαλέσει το ανοσοποιητικό σύστημα να παράγει λανθασμένα πρωτεΐνες που ονομάζονται αντισώματα τα οποία στρέφονται εναντίων της θυρεοειδικής υπεροξειδάσης και της θυρεοσφαιρίνης. Αυτές μπορεί να προκαλέσουν φλεγμονή και μακροχρόνια βλάβη στον θυρεοειδή αδένα. Με την πάροδο του χρόνου, καθώς ο θυρεοειδικός ιστός φλεγμαίνει ή/και καταστρέφεται, μπορεί να υπάρξει μείωση της παραγωγής θυρεοειδικών ορμονών (υποθυρεοειδισμός).

Η νόσος Hashimoto μπορεί να εμφανιστεί αρχικά διακριτικά, με παρουσία μόνο των αντισωμάτων, χωρίς αλλαγή στα επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών και χωρίς συμπτώματα. Ωστόσο, καθώς η νόσος εξελίσσεται, μπορεί να εμφανιστούν κόπωση, αύξηση βάρους (ή δυσκολία απώλειας βάρους), αυξημένη ευαισθησία στο κρύο, δυσκοιλιότητα, ξηροδερμία, μυϊκοί πόνοι, ακανόνιστοι εμμηνορροϊκοί κύκλοι, διογκωμένος θυρεοειδής (βρογχοκήλη) και περιστασιακά τριχόπτωση.

Τι προκαλεί τη θυρεοειδίτιδα Hashimoto;

Διάφοροι παράγοντες μπορούν να συμβάλουν στην ανάπτυξη θυρεοειδίτιδας Hashimoto όπως:

  • γενετική προδιάθεση – ο κίνδυνος είναι υψηλότερος εάν υπάρχουν μέλη της ίδιας οικογένειας με Hashimoto
  • φύλο – οι γυναίκες έχουν έως και δέκα φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν τη νόσο σε σχέση με τους άνδρες
  • ηλικία – υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες να εμφανιστεί μεταξύ 30 και 50 ετών
  • αυτοάνοση πάθηση – αυξημένος κίνδυνος αν συνυπάρχει κάποια άλλη αυτοάνοση πάθηση, όπως Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος, Διαβήτης τύπου 1 και κοιλιοκάκη
  • η υπερβολική πρόσληψη ιωδίου και η έκθεση σε ακτινοβολία μπορεί επίσης να αυξήσουν τον κίνδυνο σε άτομα που έχουν ήδη γενετικά μεγαλύτερο κίνδυνο.

Ποιοι είναι οι μακροπρόθεσμοι κίνδυνοι;

Η μακροχρόνια, μη θεραπευμένη θυρεοειδίτιδα Hashimoto μπορεί να προκαλέσει καρδιακά προβλήματα, υψηλότερα επίπεδα χοληστερόλης, νευρική βλάβη (περιφερική νευροπάθεια), μειωμένη νοημοσύνη και υπογονιμότητα.

Στην εγκυμοσύνη, η νόσος Hashimoto ενέχει υψηλότερο κίνδυνο αποβολών, προεκλαμψίας (υψηλή αρτηριακή πίεση που επηρεάζει διάφορα όργανα της εγκύου), πρόωρου τοκετού και αποκόλλησης του πλακούντα (όταν ο πλακούντας αποχωρίζεται από το εσωτερικό τοίχωμα της μήτρας πριν από τη γέννηση).

Η νόσος έχει επίσης συνδεθεί με αυξημένο κίνδυνο (αλλά χαμηλή συχνότητα) τα λεμφοκύτταρα του θυρεοειδούς να μετατραπούν σε καρκινικά κύτταρα και να προκαλέσουν λέμφωμα του θυρεοειδούς.

Πώς γίνεται η διάγνωση της νόσου Hashimoto;

Η διάγνωση μπορεί να επιβεβαιωθεί με μια εξέταση αίματος για τον έλεγχο των επιπέδων των υπεύθυνων αντισωμάτων.

Τα αντισώματα έναντι θυρεοειδικής υπεροξειδάσης είναι συνήθως παρόντα, αλλά περίπου το 5% των ασθενών είναι αρνητικοί σε αυτά. Σε αυτούς τους ανθρώπους, η διάγνωση εξαρτάται από τα επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών, την κλινική εικόνα και την υπερηχογραφική εμφάνιση στοιχείων φλεγμονής του αδένα. Για την εργαστηριακή διάγνωση του υποθυρεοειδισμού απαιτείται ο προσδιορισμός της TSH και συχνά και της ελεύθερης θυροξίνης (FT4).

Μπορεί να αντιμετωπιστεί;

Η αντιμετώπιση της θυρεοειδίτιδας Hashimoto εξαρτάται από την ύπαρξη ή μη υποθυρεοειδισμού. Ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών μπορεί να έχει αντισώματα αλλά φυσιολογικά επίπεδα θυρεοειδικών ορμονών. Αυτό εξακολουθεί να αποτελεί θυρεοειδίτιδα Hashimoto, αλλά είναι πολύ ήπια και δεν απαιτεί θεραπεία. Δεν υπάρχει καμία τρέχουσα θεραπεία για τη μείωση των επιπέδων των αντισωμάτων και μόνο.

Επειδή τα αντισώματα έναντι θυρεοειδικής υπεροξειδάσης αυξάνουν τον κίνδυνο για εμφάνιση υποθυρεοειδισμού στο μέλλον, συνιστάται τακτικός έλεγχος.

Ο υποθυρεοειδισμός ονομάζεται «υποκλινικός» όταν η θυρεοειδοτρόπος ορμόνη (TSH) είναι υψηλή με φυσιολογικά επίπεδα θυρεοειδικών ορμονών ενώ όταν συνδυάζεται με χαμηλά επίπεδα ορμονών ονομάζεται «έκδηλος». Η πρώτη περίπτωση είναι μια ήπια μορφή της νόσου και η θεραπεία εξαρτάται από το βαθμό αύξησης της TSH και την κλινική εικόνα του ασθενούς.

Ο έκδηλος υποθυρεοειδισμός απαιτεί – συνήθως δια βίου –  θεραπεία υποκατάστασης των θυρεοειδικών ορμονών με λεβοθυροξίνη, με προσαρμογή της δόσης του φαρμάκου μέχρι τα επίπεδα των ορμονών να είναι εντός των επιθυμητών στόχων.

Η χειρουργική αφαίρεση του θυρεοειδούς αδένα εξετάζεται σπάνια σε άτομα με πολύ διογκωμένους θυρεοειδείς αδένες που προκαλούν πιεστικά συμπτώματα όπως δυσκολία στην κατάποση ή στην αναπνοή.

Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto είναι μια συχνή πάθηση που προκαλείται από το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού που βλάπτει εσφαλμένα τον θυρεοειδή αδένα και μπορεί να παραμείνει απαρατήρητη για καιρό. Μακροπρόθεσμα, χωρίς θεραπεία, μπορεί να προκαλέσει σημαντικά προβλήματα υγείας. Μπορεί να διαγνωστεί με μια απλή εξέταση αίματος.

Μιλήστε με τον Ενδοκρινολόγο σας εάν έχετε οποιαδήποτε ανησυχία, καθώς η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη επιπλοκών.


egymosini.jpg

Οι ορμόνες που παράγονται από το θυρεοειδή αδένα επιτελούν σημαντικές λειτουργίες σε όλα τα στάδια της αναπαραγωγικής διαδικασίας. Είναι σημαντικές στη διατήρηση της φυσιολογικής και τακτικής εμμήνου ρύσεως στη γυναίκα, στην επίτευξη ωοθηλακιορηξίας, στην εμφύτευση της βλαστοκύστης (τα πρώτα κύτταρα του εμβρύου) στη μήτρα καθώς και στη λειτουργία του πλακούντα μετέπειτα. Είναι σε θέση λοιπόν να επηρεάσουν με πολλούς τρόπους το μονοπάτι της αναπαραγωγής.

Δεδομένου ότι οι παθήσεις του θυρεοειδούς εμφανίζονται με μεγάλη συχνότητα σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας, είναι σημαντικό για τις γυναίκες με προβλήματα γονιμότητας να υποβάλλονται σε έλεγχο της λειτουργίας και της δομής του θυρεοειδούς από τον Ενδοκρινολόγο τους. Πολύ συχνά οι θυρεοειδικές παθήσεις ανακαλύπτονται κατά τη διερεύνηση στα πλαίσια υπογονιμότητας.

Αυξημένη TSH πριν τη σύλληψη

Τα επίπεδα της TSH σε νεαρές γυναίκες κινούνται χαμηλά, συνήθως <3 mIU/ml. Η αύξησή της πάνω από αυτά τα επίπεδα μπορεί να υποδεικνύει έναν αρχόμενο υποθυρεοειδισμό. Έρευνες δείχνουν ότι ο υποκλινικός υποθυρεοειδισμός, όπου η TSH αυξάνεται ενώ οι ορμόνες Τ3 και Τ4 παραμένουν σε φυσιολογικά επίπεδα, μπορεί να επηρεάσει την αυτόματη σύλληψη μέσω διαταραχής στη ωοθηλακιορρηξία καθώς επίσης να αυξήσει τον κίνδυνο αποβολής κατά το πρώτο τρίμηνο ή παλίνδρομης εγκυμοσύνης. Οι ειδικοί θεωρούν ιδανικά τα επίπεδα TSH μεταξύ 0.5-2.5 mIU/ml για την επίτευξη κύησης, έτσι σε περίπτωση αυξημένης TSH κατά τον πρώτο έλεγχο, προτείνεται επανάληψη των εξετάσεων σε 4-6 εβδομάδες, μαζί με έλεγχο των αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων.

Ο ρόλος των αντισωμάτων

Η εμφάνιση αυτοάνοσων παθήσεων του θυρεοειδούς σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας είναι πολύ συχνή. Τα αυξημένα αντιθυρεοειδικά αντισώματα αποτελούν παράγοντα κινδύνου για αποβολές πρώτου τριμήνου αυξάνοντας έτσι την πιθανότητα υπογονιμότητας σε μία γυναίκα, ενώ πολλές φορές αυτό συμβαίνει ακόμη και σε άτομα με φυσιολογική θυρεοειδική λειτουργία. Ακόμη αυξημένοι τίτλοι αντισωμάτων έχουν βρεθεί και στις γυναίκες με άλλες αιτίες υπογονιμότητας όπως το Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών και η ενδομητρίωση. Οι ακριβείς λόγοι για τους οποίους τα αντιθυρεοειδικά αντισώματα επηρεάζουν τη γονιμότητα δεν είναι ακόμα πλήρως κατανοητοί. Φαίνεται, ωστόσο, ότι η παρουσία αυτών των αντισωμάτων υποδεικνύει μια διαταραχή στη ρύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος ενώ μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά τη λειτουργία του θυρεοειδούς και να οδηγήσουν σε υποθυρεοειδισμό κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Οι παράγοντες αυτοί έχουν κρίσιμο ρόλο στην επιτυχία της γονιμότητας. Η σωστή διαχείριση των προβλημάτων θυρεοειδούς μπορεί να βελτιώσει σημαντικά τις πιθανότητες επίτευξης και διατήρησης μιας υγιούς εγκυμοσύνης.

Υποθυρεοειδισμός και γονιμότητα

Η ανεπάρκεια θυρεοειδικών ορμονών μπορεί να έχει ποικίλες επιπτώσεις στην δυνατότητα επίτευξης μια υγιούς εγκυμοσύνης. Ο υποθυρεοειδισμός δημιουργεί δυσλειτουργία στον οργανισμό με διάφορους τρόπους. Συγκεκριμένα, προκαλεί αύξηση στα επίπεδα προλακτίνης, επηρεάζει την έκκριση γοναδοτροπινών (FSH, LH) από την υπόφυση, ενώ μέσω του ρόλου του αδένα στην παραγωγή προγεστερόνης και το μεταβολισμό των οιστρογόνων μπορεί να επηρεάσει τη συχνότητα της περιόδου, την ωοθηλακιορρηξία καθώς και την έμφυτευση του εμβρύου στη μήτρα.

Επιπλέον, ο υποθυρεοειδισμός μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ποιότητα των ωαρίων που χρησιμοποιούνται σε διαδικασίες όπως η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, μειώνοντας έτσι τις πιθανότητες επιτυχούς εξωσωματικής γονιμοποίησης. Η θεραπεία του υποθυρεοειδισμού μέσω υποκατάστασης με θυροξίνη αποκαθιστά τη φυσιολογική ορμονική ισορροπία του οργανισμού, συντελεί στην ομαλοποίηση του κύκλου και αυξάνει τις πιθανότητες για αυτόματη σύλληψη.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η εγκυμοσύνη αυξάνει σημαντικά τις μεταβολικές απαιτήσεις του οργανισμού και κατά συνέπεια και την ανάγκη για θυρεοειδικές ορμόνες. Μια γυναίκα με υποθυρεοειδισμό που επιθυμεί εγκυμοσύνη πρέπει να διατηρεί τα επίπεδα της TSH εντός των κανονικών ορίων για όλους τους λόγους που προαναφέρθηκαν. Σε περίπτωση επιβεβαίωσης της εγκυμοσύνης, η επικοινωνία με τον ενδοκρινολόγο είναι απαραίτητη για τον καθορισμό πιθανής αύξησης της δόσης θυροξίνης κατά τη διάρκεια της κύησης.

Υπερθυρεοειδισμός και αναπαραγωγή

Ένας ήπιος υπερθυρεοειδισμός, σε αντίθεση με τον υποθυρεοειδισμό, δεν φαίνεται να επηρεάζει το ίδιο δραστικά το μονοπάτι της αναπαραγωγής. Η πλειονότητα των γυναικών με ελαφρύ υπερθυρεοειδισμό δεν φαίνεται να παρουσιάζουν προβλήματα στην ωοθηλακιορρηξία, μπορεί ωστόσο να εμφανίσουν μεταβολές στη διάρκεια και την ποσότητα του αίματος της εμμηνορυσίας. Για τις γυναίκες με υποκλινικό υπερθυρεοειδισμό (χαμηλή TSH, υψηλές θυρεοειδικές ορμόνες) συνήθως δεν απαιτείται άμεση θεραπεία, αλλά προσεκτική τακτική παρακολούθηση.

Αντίθετα, σοβαρές περιπτώσεις υπερθυρεοειδισμού μπορούν να επηρεάσουν την περίοδο και να αυξήσουν τον κίνδυνο επιπλοκών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, απαιτώντας άμεση παρέμβαση ενδοκρινολόγου και κατάλληλη θεραπεία πριν από τη σύλληψη.

 

Βλέπουμε λοιπόν πως η παρακολούθηση της θυρεοειδικής λειτουργίας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι ζωτικής σημασίας για την υγεία της μητέρας και του παιδιού. Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, η θυρεοειδική λειτουργία μπορεί να επηρεαστεί σημαντικά λόγω των ορμονικών μεταβολών που συμβαίνουν στη διάρκειά της.

Είναι σημαντικό να ελέγχονται τακτικά τα επίπεδα της TSH και των ελεύθερων ορμονών του θυρεοειδούς κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ιδίως αν η γυναίκα έχει ιστορικό θυρεοειδικών προβλημάτων ή παρουσία αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων. Η άμεση διαχείριση των διαταραχών στη θυρεοειδική λειτουργία μπορεί να συμβάλει στη μείωση των κινδύνων για τη μητέρα και το παιδί, εξασφαλίζοντας ένα υγιές περιβάλλον για την ανάπτυξη του εμβρύου.

Συνολικά, η συνεργασία με εξειδικευμένους επαγγελματίες υγείας, όπως ενδοκρινολόγους και γυναικολόγους, κατά τη διάρκεια της κύησης αποτελεί σημαντικό βήμα για τη διασφάλιση μιας υγιούς και επιτυχούς εγκυμοσύνης.



LOGOTYPO K. TOGIAS1

Προτεραιότητα μας Η Υγεία σας




LOGOTYPO K. TOGIAS1

Προτεραιότητα μας Η Υγεία σας